Wed. Dec 4th, 2024

Με ράλι υποδέχθηκε η Wall Street την απόφαση της Fed να διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκιά της και κυρίως το σήμα που έδωσε για μειώσεις επιτοκίων το επόμενο έτος, επιβεβαιώνοντας σε μεγάλο βαθμό τις προσδοκίες επενδυτών και αναλυτών. 

Ο ευρύτερος S&P 500 κατέγραψε κέρδη πέριξ του 1,5% μετά τις ανακοινώσεις της Fed και εως το τέλος της εβδομάδας, σκαρφαλώνοντας στις 4714 μονάδες, ενώ ο τεχνοβαρής Nasdaq ολοκλήρωσε τις συναλλαγές του το τελευταίο τριήμερο με άνοδο 2,2%.

Σε κλαδικό επίπεδο, πέραν των τεχνολογικών, ένας εκ των μεγαλύτερων πρωταγωνιστών του τελευταίου τριημέρου ήταν ο κλάδος της καθαρής ενέργειας. O δείκτης S&P Global Clean Energy Index σημείωσε άνοδο 10% μετά τις ανακοινώσεις της Fed εως την Παρασκευή, ενώ πολλές μετοχές όπως για παράδειγμα η First Solar, η Enphase Energy ή η SolarEdge Technologies σημείωσαν άνοδο άνω του 20%.

Η αλήθεια είναι ότι αν κάποιος υπέφερε περισσότερο από την αύξηση των επιτοκίων τον τελευταίο χρόνο ήταν οι μετοχές καθαρής ενέργειας, καθώς τα αυξανόμενα επιτόκια «έπνιξαν» στην κυριολεξία την πρόσβαση σε κεφάλαια για τη χρηματοδότηση νέων έργων ηλιακής, αιολικής και άλλων μορφών πράσινης ενέργειας. 

Πρόκειται για ένα εντελώς διαφορετικό αφήγημα από αυτό που παρουσίασε ο κλάδος πριν από τρία χρόνια, όταν πολλοί επενδυτές ειδικά στις ΗΠΑ επικεντρώθηκαν στα σχέδια αυξημένων δαπανών για έργα καθαρής ενέργειας του Προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν και στην αυξανόμενη ευαισθητοποίηση για την κλιματική αλλαγή.

Όμως μετά την κορύφωση των αποτιμήσεων του κλάδου το 2021, η ευφορία υποχώρησε και ακολούθησε μια πραγματική βουτιά στις αποτιμήσεις των μετοχών καθαρής ενέργειας. Το 2023 αποτέλεσε άλλη μια χρονιά κακών επιδόσεων για τον κλάδο, που οδήγησε τις αποτιμήσεις σε υπερβολικά μειωμένα επίπεδα κατά την άποψη μας πάντα, για κάποιους εκπροσώπους του κλάδου.

Το 2024 θα είναι μια χρονιά ανατροπής μετά από τη διετή πτώση; 

Δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι ο κλάδος έχει αφήσει τα δύσκολα πίσω του, καθώς είναι ευάλωτος στις κυβερνητικές αποφάσεις όσον αφορά τα ύψη των επιδοτήσεων, το καθεστώς της φορολογίας κ.ο.κ, αποφάσεις που δεν είναι σίγουρο ότι θα είναι υπέρ του δεδομένης της ανάγκης δημοσιονομικής σύσφιξης σε πολλές χώρες. 

Πολλά θα εξαρτηθούν λοιπόν από το αν υπάρξουν «αρνητικοί τίτλοι» ειδήσεων για τις ταρίφες, τις επιδοτήσεις, το κόστος των υλικών κ.ο.κ, ενώ ας μην ξεχνάμε ότι ο κλάδος είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος σε μια τυχόν εκ νέου ανοδική εκτίναξη των αποδόσεων των ομολόγων.

Εκείνο όμως που μπορούμε να πούμε είναι ότι ceteris paribus, από το δεύτερο εξάμηνο του 2024 και μετά, ο κλάδος θα αφήσει πίσω του τουλάχιστον ένα από τα μεγάλα βαρίδια του, το αυξημένο χρηματοδοτικό κόστος.

Οι εταιρείες πράσινης ενέργειας είναι ως επί το πλείστον εταιρείες ανάπτυξης με υψηλό δανεισμό και ως εκ τούτου, το χρηματοοικονομικό κόστος που επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τα επιτόκια, αποτελεί τεράστιο βάρος μια περίοδο ταχύτατης αύξησης των επιτοκίων όπως αυτή που διανύσαμε, όπου το κόστος δανεισμού από περίπου μισή ποσοστιαία μονάδα κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυξήθηκε σε περισσότερο από 5%. 

Όταν λοιπόν ο Πάουελ την Τετάρτη που μας πέρασε έδωσε το σήμα για τρεις τουλάχιστον μειώσεις επιτοκίων το 2024, ο κλάδος εκτοξεύτηκε, επειδή ακριβώς τα χαμηλότερα επιτόκια θα έχουν άμεσο αντίκτυπο στα περιθώρια κέρδους.

Γενικά, τα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας τείνουν να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στα υψηλά επιτόκια από οποιονδήποτε άλλον ενεργειακό τομέα. 

Επιπλέον, το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αυξάνεται ταχύτερα όταν αυξάνονται τα επιτόκια. 

Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας διαπίστωσε ότι μια αύξηση 5% στα επιτόκια αυξάνει το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας από αιολική και ηλιακή ενέργεια κατά 33%. Αντίθετα, η αύξηση για τις μονάδες φυσικού αερίου είναι οριακή. 

Βλέπετε, οι πελάτες συχνά υπογράφουν μια συμφωνία αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας 20 έως 30 ετών, συνήθως χωρίς να απαιτείται προκαταβολή.

Ο προμηθευτής/εγκαταστάτης, πουλά τυχόν φορολογικά πλεονεκτήματα ή προκαταβολικές επιδοτήσεις και χρηματοδοτεί αυτές τις μακροπρόθεσμες πληρωμές. Η αύξηση όμως των επιτοκίων καθιστά αυτή τη χρηματοδότηση δαπανηρή και συμπιέζει τα περιθώρια κέρδους για τους προμηθευτές, εκτός εάν αντισταθμίσουν την κατάσταση αυξάνοντας τις τιμές. 

Αυτός είναι ο λόγος που ο κλάδος υπέφερε μόλις η Fed άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια. 

Όπως και να έχει, το 2024 αναμένεται να εξελιχθεί ευνοικότερα στο κομμάτι των επιτοκίων, ενώ οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι εφεξής η ανάπτυξη του κλάδου θα είναι στενά συνδεδεμένη και με τις εξελίξεις στις τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας. 

Για παράδειγμα, τη νέα χρονιά είναι πιθανό να δούμε την εμφάνιση καινοτόμων λύσεων αποθήκευσης, όπως είναι οι μπαταρίες στερεάς κατάστασης, οι οποίες προσφέρουν υψηλότερη ενεργειακή πυκνότητα και μεγαλύτερη διάρκεια ζωής σε σύγκριση με τις παραδοσιακές μπαταρίες ιόντων λιθίου. 

Eπίσης, όσον αφορά την ηλιακή ενέργεια, το 2024 μπορεί να εξελιχθεί σε μια χρονιά ορόσημο όσον αφορά τη νέα τεχνολογία ηλιακών πάνελ, γνωστή ως φωτοβολταϊκά ενσωματωμένα σε κτίρια (BIPV). 

Αυτή η καινοτομία περιλαμβάνει την ενσωμάτωση ηλιακών κυψελών σε παράθυρα, στέγες, ακόμη και προσόψεις κτιρίων. Με την απρόσκοπτη ενσωμάτωση των ηλιακών συλλεκτών σε αρχιτεκτονικά σχέδια, η τεχνολογία BIPV όχι μόνο θα παράγει καθαρή ενέργεια, αλλά θα ενισχύει επίσης την αισθητική των κατασκευών.

Συμπερασματικά, ο κλάδος της πράσινης ενέργειας θα συνεχίσει να αυξάνεται τα επόμενα χρόνια, λόγω της τεχνολογικής προόδου, της μείωσης του χρηματοδοτικού κόστους και των υποστηρικτικών πολιτικών και προγραμμάτων. 

Ωστόσο, ο ακριβής ρυθμός ανάπτυξης θα εξαρτηθεί από διάφορους παράγοντες και είναι δύσκολο να προβλεφθεί με βεβαιότητα, καθώς ανά περιόδους μπορεί να αλλάζει το μίγμα της υποστηρικτικής πολιτικής και το ύψος των επιδοτήσεων και των φορολογικών απαλλαγών. 

Ως εκ τούτου, απαιτείται εφεξής μεγάλη προσοχή στο πως διαμορφώνεται η υποστηρικτική πολιτική ανά χώρα και πώς αυτό επηρεάζει την εκάστοτε εταιρεία. 

Όμως, ακόμα και αν υπάρξουν κάποιες δύσκολες χρονιές λόγω της έλλειψης δημοσιονομικού χώρου, σε γενικές γραμμές τα προγράμματα υποστηρικτικής πολιτικής για τον κλάδο πράσινης ενέργειας δεν είναι εφικτό να συρρικνωθούν αισθητά για μεγάλο χρονικό διάστημα. 

Βλέπετε, μεταξύ των κύριων προκλήσεων στις επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι το δυνητικά υψηλότερο αρχικό κόστος σε σύγκριση με έργα που βασίζονται σε ορυκτά καύσιμα.

Τα ηλιακά πάνελ, τα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας και οι ανεμογεννήτριες απαιτούν σημαντικά ποσά κεφαλαιακών επενδύσεων. 

Μόνο εαν το κόστος της τεχνολογίας μειωθεί και τα κρατικά κίνητρα συνεχίσουν να υφίστανται θα καταστούν πιο βιώσιμα οικονομικά και θα είναι δυνατή η δυναμική προώθηση τους. 

(αναδημοσίευση από liberal.gr)

source

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *